Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Φτηνό επιχειρείν στη Βουλγαρία


ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΙΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΑΥΛΟΣ ΜΑΚΡΙΔΗΣ
«Σαράντα χρόνια πάλευα να στήσω μία επιχείρηση και τα τελευταία δύο χρόνια κινδύνευσα να χάσω ολόκληρη την περιουσία μου. Λογαριασμοί, ΦΠΑ, ΔΕΗ, το κράτος δε μας άφησε στιγμή να αναπνεύσουμε. Τα κινεζικά και τα τουρκικά προϊόντα μας χτυπούσαν από παντού. Φτάσαμε στο αμήν». Λίγο πριν από το... αμήν, ο 57χρονος Τάσος Βερβερίδης, ιδιοκτήτης βιοτεχνίας κατασκευής σαλονιών από τη Θεσσαλονίκη, πήρε τη μεγάλη απόφαση και πριν από τέσσερις μήνες μετέφερε την επιχείρηση -και την οικογένειά του- στη Βουλγαρία, «για να σωθούμε», όπως λέει.

Σ' ένα χώρο 1.500 τ.μ. στην Νταμιάνιτσα, ένα μικρό χωριό πριν από το Σαντάνσκι, στεγάζεται σήμερα η επιχείρησή του, η οποία απασχολεί περίπου 30 εργαζομένους. Εχει δικαιωθεί η επιλογή του; «Βρίσκομαι στη Βουλγαρία τέσσερις μήνες κι έχω ήδη πάρει 6.000 λέβα επιστροφή ΦΠΑ από το κράτος. Στην Ελλάδα, 40 χρόνια, δεν πήρα ούτε ένα ευρώ. Εδώ τα λειτουργικά έξοδα είναι λιγότερα κατά 70% και ο τζίρος της επιχείρησης έχει ήδη αυξηθεί κατά 20%», εξηγεί ο Τάσος Βερβερίδης, ιδιοκτήτης βιοτεχνίας κατασκευής σαλονιών από τη Θεσσαλονίκη.

Τα πλεονεκτήματα αυτά σε συνδυασμό με τα χαμηλά μεροκάματα (περίπου 120 - 300 ευρώ ο μηνιαίος μισθός των εργατών) έχουν προσελκύσει τα τελευταία χρόνια εκατοντάδες επιχειρήσεις από ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα. Το μεγάλο κύμα φυγής ξεκίνησε τη δεκαετία του '90, με τις βιοτεχνίες κλωστοϋφαντουργίας να εγκαταλείπουν η μία μετά την άλλη την Ελλάδα αφήνοντας πίσω τους στρατιές ανέργων. Η επέλαση των κινεζικών προϊόντων και η οικονομική κρίση, ωστόσο, ανάγκασαν ορισμένες επιχειρήσεις να βάλουν «λουκέτο». Πριν καλά καλά μπει το ενοικιαστήριο στις εισόδους των κτιρίων, όμως, εγκαταστάθηκαν νέες βιοτεχνίες ένδυσης, υπόδυσης, επίπλων.

«Παντού ακούς ελληνικά»

«Ολόκληρη η γειτονιά εδώ είναι γεμάτη με ελληνικά εργοστάσια. Είναι σαν να ζεις στην πόλη σου. Στους δρόμους, στις καφετερίες, στην αγορά, παντού ακούς ελληνικά», συμπληρώνει η κόρη του, Αννα Βερβερίδου. Οπως αναφέρει η ίδια, έχουν διατηρήσει στη Θεσσαλονίκη το εργοστάσιό τους -μειώνοντας τις θέσεις εργασίας- προκειμένου να κατασκευάζονται εκεί τα δείγματα των επίπλων και στη συνέχεια η μονάδα στη Βουλγαρία να αναλαμβάνει ολόκληρη την παραγωγή. «Για να κάνουμε αυτό το άνοιγμα, αναγκαστήκαμε να απολύσουμε κόσμο στη Θεσσαλονίκη. Πριν από δύο χρόνια δε θα είχα σκεφτεί ποτέ το ενδεχόμενο της ''μετανάστευσης'' της επιχείρησης, αλλά, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, δε νομίζω να μείνουν πολλά εργοστάσια στην Ελλάδα. Ηδη ακούμε ότι θα έρθουν και νέοι βιοτέχνες», μας λέει.

Ενας Κρητικός στη Βουλγαρία

Από τους «παλιούς» στη Βουλγαρία, ο Γιώργος Φανουράκης, ιδιοκτήτης βιοτεχνίας επίπλων από τις Μοίρες Ηρακλείου, μετράει δέκα χρόνια στη γειτονική χώρα, αλλά την Κρήτη την κουβαλάει πάντα μαζί του. Από τον τοίχο του γραφείου του, που είναι καλυμμένος με μαντινάδες και φωτογραφίες, μέχρι την έντονη προφορά της Κρήτης στο λόγο του. «Ηρθαμε εδώ επειδή υπήρχαν οι πρώτες ύλες και το κοστολόγιο ήταν φτηνό, αλλά τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα τον πρώτο καιρό. Οι επιχειρήσεις ήταν ελάχιστες, το κράτος δεν έδινε πολλά κίνητρα και δε γνωρίζαμε και τη γλώσσα», μας εξηγεί. Σήμερα, βέβαια, η μονάδα του έχει αναπτυχθεί ραγδαία και απασχολεί 40 άτομα, ενώ στις εγκαταστάσεις της μπορεί να δει κάποιος μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, τα οποία παράγουν 10.000 καρέκλες και 1.300 τραπέζια το μήνα. «Κάναμε μεγάλο αγώνα. Σημασία έχει να δουλεύεις πολύ σκληρά. Αλλιώς δε βγαίνει, όσο χαμηλά κι αν είναι τα λειτουργικά έξοδα», λέει με περηφάνια. Ωστόσο, η οικονομική κρίση που πλήττει την Ελλάδα έχει επηρεάσει σε ένα βαθμό και τον ίδιο. «Οι συνεργάτες μου έχουν τεράστια προβλήματα, αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους απέναντί μας και αυτό έχει αντίκτυπο και στη δική μου δουλειά. Ακούμε για ''λουκέτα'', για ακάλυπτες επιταγές και δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχτεί η κατάσταση».

ΒΕΘ: Ο σώζων εαυτόν σωθήτω... στο εξωτερικό

Η αναζήτηση επαγγελματικών διεξόδων σε φτηνότερες χώρες του εξωτερικού δεν αποτελεί ένα καινούργιο φαινόμενο για την ελληνική αγορά, ωστόσο, όπως εκτιμά ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, Σωτήρης Μαγόπουλος, όσο στενεύουν τα περιθώρια τόσο θα γιγαντώνεται το κύμα φυγής. «Οι επιχειρηματίες αναζητούν μία διέξοδο από την οικονομική ύφεση και αυτή συνήθως τη βρίσκουν σε άλλες χώρες, με φτηνά κοστολόγια, χαμηλές φορολογίες και ασφαλιστικές εισφορές και φτηνά εργατικά χέρια. Τους τελευταίους δύο μήνες παρατηρείται έντονο κύμα φυγής και όλοι οι δρόμοι πλέον οδηγούν εκεί που υπάρχει χαμηλό κόστος με αποτέλεσμα να επικρατεί το ''ο σώζων εαυτόν σωθήτω''».

Σύμφωνα με τον ίδιο, τα στοιχεία για τις επιχειρήσεις που αναζήτησαν μία καλύτερη τύχη στο εξωτερικό είναι ελλιπή, ωστόσο οι αριθμοί που παραθέτουν οι συνδικαλιστές διάφορων κλάδων δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για το μέλλον της ελληνικής βιοτεχνίας. Ειδικότερα, στη Βουλγαρία εκτιμάται πως δραστηριοποιείται αυτήν τη στιγμή το 30% - 40% των επιχειρήσεων του κλάδου επίπλου, δηλαδή περί τις 100 επιχειρήσεις. Σε γειτονικές χώρες έχουν μεταφερθεί, τα τελευταία χρόνια, και τα 2/3 των βιοτεχνιών κλωστοϋφαντουργίας της Βόρειας Ελλάδας, ενώ το τελευταίο διάστημα μεταφέρονται στο εξωτερικό ακόμη και τα κοπτήρια, τα οποία συνήθως παρέμεναν στην Ελλάδα καλύπτοντας ένα μικρό μέρος της παραγωγής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ελεύθερα την άποψή σας!

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...